Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι μια εκφυλιστική νόσος του νευρικού συστήματος που οδηγεί σε προοδευτική έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών, όπως είναι η μνήμη, η συγκέντρωση, η κατονομασία και η κριτική ικανότητα. Λαμβάνει επιδημικές διαστάσεις στη σύγχρονη κοινωνία μας, ενώ αναμένεται εκθετική αύξηση των κρουσμάτων τα επόμενα χρόνια.
Επειδή είμαστε πλέον όλοι εξοικειωμένοι με την έννοια της πανδημίας λόγω της λοίμωξης Covid-19, δεν υπάρχει σήμερα οικογένεια που να μην έχει στο περιβάλλον της άτομο που πάσχει από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Σήμερα στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι ζουν 250.000 ασθενείς με τη νόσο, ενώ μέχρι το 2050 αναμένεται αυτός ο αριθμός να εκτοξευθεί στους 500.000 ασθενείς!
Στις 7/6/2021 δόθηκε από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) η έγκριση χορήγησης ενός νέου φαρμάκου για τη νόσο Αλτσχάιμερ, του μονοκλωνικού αντισώματος αντουκανουμάμπη (aducanumab). Πρόκειται για γεγονός με ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι αποτελεί την πρώτη έγκριση φαρμάκου για τη νόσο μετά από 18 ολόκληρα χρόνια, καθώς και την πρώτη έγκριση αιτιολογικής θεραπείας στην ιστορία του νοσήματος. Τα βασικά παθολογικά βιοχημικά χαρακτηριστικά της νόσου Αλτσχάιμερ αποτελούν η ενδοκυττάρια εναπόθεση πρωτεΐνης tau, σε υπερφωσφορυλιωμένη μορφή, η οποία σχηματίζει τα νευροϊνιδιακά δίκτυα, και η εξωκυττάρια εναπόθεση αμυλοειδούς (Αβ), το οποίο σχηματίζει τις αμυλοειδικές πλάκες. Το μονοκλωνικό αντίσωμα αντουκανουμάμπη είναι ένα πλήρως ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα τύπου IgG1, το οποίο συνδέεται με το αμυλοειδές (Αβ) και το καθιστά πιο ευδιάλυτο, κινητοποιώντας την απομάκρυνσή του από το εγκεφαλικό παρέγχυμα. Παράλληλα, φαίνεται να επιτυγχάνει και κάποια μείωση του φορτίου των νευροϊνιδιακών δικτύων, καθώς και μείωση του ρυθμού επιδείνωσης της νόσου περίπου κατά 22%.
Το φάρμακο χορηγείται ενδοφλεβίως με μία έγχυση κάθε τέσσερις εβδομάδες και σταδιακή αύξηση της δόσης (1η και 2η έγχυση: 1 mg/Kg, 3η και 4η έγχυση: 3 mg/Kg, 5η και 6η έγχυση: 6 mg/Kg και από την 7η έγχυση και μετά: 10 mg/Kg).
Η σημαντικότερη ανεπιθύμητη ενέργεια της αντουκανουμάμπης είναι το απεικονιστικό φαινόμενο ARIA (Amyloid RelatedImaging Abnormalities, απεικονιστικά ευρήματα σχετιζόμενα με το αμυλοειδές), για το οποίο διακρίνουμε τη μορφή του οιδήματος (ARIA-E) και την αιμορραγική μορφή (ARIA-H). Είναι σχετικά συχνό φαινόμενο και στο ένα τρίτο περίπου των ασθενών μπορεί να εκδηλωθεί με κεφαλαλγία, ναυτία/έμετο, ζάλη, σύγχυση, αιφνίδια επιδείνωση της νοητικής κατάστασης, τρόμο, διαταραχή όρασης ή διαταραχή βάδισης, πρωτοεμφανιζόμενες επιληπτικές κρίσεις ή παροδικό ισχαιμικό ΑΕΕ. Αν και παρατηρείται ύφεση στο 88% περίπου των περιπτώσεων, με προσωρινή διακοπή και επιβράδυνση της τιτλοποίησης ή μόνιμη διακοπή της αγωγής, ωστόσο στο 0,3% η κλινική βαρύτητα μπορεί να είναι αρκετά σοβαρή.
Με βάση τις συστάσεις των ειδικών στη νόσο Αλτσχάιμερ, καλοί υποψήφιοι για τη χορήγηση του σκευάσματος είναι οι ασθενείς με κλινικά διαγνωσθείσα ήπια γνωστική εξασθένηση (MCI) ή ήπια άνοια (MMSE>21 ή MoCA>17) τύπου Αλτσχάιμερ (επιβεβαιωμένη με ειδικούς βιοδείκτες, όπως αυτοί του εγκεφαλονωτιαίου υγρού), οι οποίοι δεν εμφανίζουν διαταραχή πηκτικότητας και δεν λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή, είναι ψυχιατρικά, καρδιαγγειακά και καρδιοαναπνευστικά σταθεροί και δεν εμφανίζουν ενεργό καρκίνο ή οργανική ανεπάρκεια. Θα πρέπει να διενεργείται μαγνητική εγκεφάλου πριν από την έναρξη της θεραπείας, στην οποία δεν θα πρέπει να υπάρχουν στοιχεία αιμορραγίας σε οξεία ή υποξεία φάση, περισσότερες από 4 μικροαιμορραγίες, φλοιϊκό έμφρακτο (>1,5 εκ.), κενοτοπιώδες έμφρακτο (>1,5 εκ.), οποιαδήποτε περιοχή σιδήρωσης ή διάχυτη λευκοεγκεφαλοπάθεια. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, επί απουσίας συμπτωμάτων ενδεικτικών ARIA, συστήνεται η διενέργεια προληπτικής μαγνητικής εγκεφάλου πριν από την 5η, 7η και 12η έγχυση και πιθανώς μίας επιπλέον μαγνητικής πριν από τη 10η έγχυση, αφού δηλαδή χορηγηθούν ήδη τρεις δόσεις των 10 mg/Kg. Οι ασθενείς μπορούν να λαμβάνουν παράλληλα τις τρέχουσες θεραπείες της νόσου Αλτσχάιμερ, ενώ θα πρέπει να υπάρχει ενημέρωση για την αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης του φαινομένου ARIA σε φορείς του αλληλίου 4 της απολιποπρωτεΐνης Ε. Επιπλέον, θα πρέπει εξαρχής να καθίσταται κατανοητό απ’ όλους τους εμπλεκόμενους ότι το αναμενόμενο αποτέλεσμα στον ασθενή είναι η επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου παρά η βελτίωση της νοητικής ή λειτουργικής κατάστασης του ασθενούς.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως η αντουκανουμάμπη αποτελεί την πρώτη αιτιολογική θεραπεία στην ιστορία της νόσου, μπορούμε να αισιοδοξούμε πως έχει ανοίξει ένας καινούργιος δρόμος, αυτός των αιτιολογικών θεραπειών, ο οποίος στο μέλλον θα οδηγήσει σε πολύ αποτελεσματικότερες θεραπείες για τη σοβαρή αυτή νόσο.
Στην παρούσα φάση γίνεται προσπάθεια καταγραφής και τεκμηρίωσης των ασθενών που πληρούν τις προϋποθέσεις για χορήγηση του φαρμάκου, ώστε να ενταχθούν έγκαιρα όταν εγκριθεί στη χώρα μας ή μέσω της διαδικασίας της πρώιμης πρόσβασης.
Για περισσότερες πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στο Ιατρείο Άνοιας της Νευρολογικής Κλινικής του Παν. Νοσοκομείου Λάρισας (τηλ. 2413 502411) ή στο Κέντρο Ημέρας Αλτσχάιμερ της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ) Λάρισας (Βενιζέλου 141, τηλ. 2410 257478).
*Ο Ευθύμιος Δαρδιώτης είναι αν. καθηγητής Νευρολογίας στο Παν. Θεσσαλίας, επ. υπεύθυνος του Κέντρου Ημέρας Alzheimer ΕΠΑΨΥ Λάρισας.