«Ο ψυχίατρος στη μετα-Covid εποχή δεν μπορεί να κάθεται στο γραφείο του και να περιμένει το αίτημα του ασθενούς» επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΠΑΨΥ, ψυχίατρος Γιώργος Τζεφεράκος. Και σημειώνει ότι εκ των πραγμάτων πρέπει να αναζητηθούν πιο ευέλικτοι τρόποι προσέγγισης των αναγκών των ανθρώπων και των κοινοτήτων.
Η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας είναι εκ των πραγμάτων συνδεδεμένη με την πανδημία. Τι άλλαξε και τι πρόκειται να αλλάξει για την ψυχιατρική μέσα σε αυτή τη φοβερή υγειονομική κρίση;
Η πανδημία έχει επιδράσει ούτως ή άλλως καταλυτικά σε κάθε τομέα και δραστηριότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ήρθε για να αμφισβητήσει τα όσα μέχρι το 2020 θεωρούσαμε οι περισσότεροι και ανά τον κόσμο δεδομένα και αυτονόητα. Ήρθε όμως και για να μας υπενθυμίσει ότι όλοι είμαστε κρίκος σε μια αλυσίδα, μέρος μιας παγκόσμιας κοινότητας, και ως εκ τούτου τόσο η σωματική όσο και η ψυχική μας υγεία δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ατομική υπόθεση. Σε αυτό το πλαίσιο, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα οι ειδικοί ψυχικής υγείας κληθήκαμε να διαχειριστούμε εν μέσω υγειονομικής κρίσης τις άμεσες ψυχοκοινωνικές παρενέργειες της πανδημίας και θα κληθούμε να ανταποκριθούμε στις αυξανόμενες ψυχοκοινωνικές ανάγκες στη μετα-Covid εποχή. Ίσως ένα από τα βασικά διδάγματα της πανδημίας είναι η απόρριψη του καθεστώτος μοντέλου στην ψυχιατρική που προέβλεπε τον ψυχίατρο να κάθεται στο γραφείο του και να περιμένει το αίτημα του ανθρώπου και η αντικατάστασή του από ευέλικτους τρόπους προσέγγισης των αναγκών των ανθρώπων και των κοινοτήτων.
Κάθε συζήτηση για τη δημόσια υγεία αγγίζει πλέον τις ανισότητες και την κοινωνική αδικία. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση και για τον χώρο της ψυχικής υγείας;
Η πανδημία επίσης φώτισε με τρόπο εκκωφαντικό τις ανισότητες στον χώρο της ψυχικής υγείας. Όσοι ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας, λόγω χαμηλού οικονομικού επιπέδου, εθνικότητας, σεξουαλικού προσανατολισμού ή φύλου, φαίνεται να είναι πιο πιθανό να έρθουν αντιμέτωποι με ψυχολογικές δυσκολίες, σκέψεις αυτοκτονίας και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Παράλληλα, και στην προ Covid εποχή παρατηρούνταν το παράδοξο εκείνοι που είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη για υπηρεσίες δημόσιας ψυχικής υγείας να είναι και αυτοί που τελικά έμεναν ακάλυπτοι και απροστάτευτοι.
Η κατανόηση των κοινωνικών μεταβλητών στη σωματική και ψυχική υγεία έχει οδηγήσει τόσο τον ΠΟΥ όσο και δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς ανά τον κόσμο στον σχεδιασμό δράσεων για την προαγωγή της ψυχικής και σωματικής υγείας όλων και ιδίως των πιο ευάλωτων. Αυτό είναι ένα όραμα που για να γίνει πράξη χρειάζεται αλλαγή, στροφή στον τρόπο που εκπαιδευόμαστε να αντιμετωπίζουμε την ψυχική υγεία και την ψυχική νόσο. Πέρα από την κοινοτική συνεργατική δουλειά, απαιτείται να αναζητήσουμε και να καταγράψουμε τις ανάγκες όλων, κυρίως όμως των πιο ευάλωτων, και να δημιουργήσουμε άμεσα προσβάσιμες, εστιασμένες στα ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτισμικά κατάλληλες υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Σε αυτόν τον αγώνα τα άτομα με ψυχολογικές δυσκολίες θα πρέπει να είναι συνεργάτες μας και συν-συντονιστές τόσο του σχεδιασμού όσο και της εφαρμογής των προγραμμάτων προαγωγής ψυχικής υγείας, πρόληψης και θεραπείας των ψυχικών δυσκολιών και διαταραχών.
Ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα στη χώρα μας σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας;
Ένα από τα σημαντικότερα και δυσεπίλυτα τελικά μέχρι σήμερα προβλήματα, ίσως στις περισσότερες χώρες, είναι η έλλειψη συντονισμού των φορέων ψυχικής υγείας, η ανεπάρκεια συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων οργανισμών ψυχικής και σωματικής υγείας, οι γραφειοκρατικές δυσκολίες σε επίπεδο σχεδιασμού και εφαρμογής, αλλά και η μειωμένη χρηματοδότηση. Ένα εξίσου σημαντικό εμπόδιο σε κάθε βήμα σχεδιασμού και ανασυγκρότησης του χώρου της ψυχικής υγείας είναι το στίγμα, που ακόμη και σήμερα συνοδεύει τα προβλήματα ψυχικής υγείας, τα άτομα με δυσκολίες, αλλά και τους ειδικούς ψυχικής υγείας. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναζητήσουν βοήθεια, γιατί σε έναν βαθμό έχουν και οι ίδιοι εκπαιδευτεί ότι η ψυχική δυσκολία είναι αδυναμία, γιατί μέσα από την κοινωνική κατασκευή του στίγματος αυτοστιγματίζονται. Ταυτόχρονα, παρόλο που υπάρχουν δωρεάν υπηρεσίες ψυχικής υγείας, ο τρόπος δόμησης και λειτουργίας τους φαίνεται να τις καθιστά δυσπρόσιτες για κάποιους ανθρώπους.
Ποια είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν για να έχει την κατάλληλη φροντίδα και στήριξη όποιος υποφέρει από κάποια ψυχική ασθένεια;
Απαιτείται εκπαίδευση της κοινότητας, απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας σε όλα τα επίπεδα για τον αποστιγματισμό και τη μετάβαση σε πιο ποιοτικά, πιο αποτελεσματικά, πιο κοινωνικά, πιο δίκαια συστήματα ψυχικής υγείας. Τόσο η πανδημία όσο και οι φυσικές καταστροφές του τελευταίου διαστήματος μας έχουν δείξει τον δρόμο για τον νέο σχεδιασμό, που οφείλει να βασίζεται στην κοινοτική και κοινωνική ψυχολογική και ψυχιατρική δουλειά με το άτομο, το δίκτυό του, τους φορείς, το σύνολο. Οι ειδικοί ψυχικής υγείας βγήκαν από το γραφείο και επισκέφτηκαν τους ανθρώπους στα σπίτια τους και στις πλατείες για να καταγράψουν ή να κινητοποιήσουν τη διατύπωση αιτημάτων, να συσχεδιάσουν με το άτομο, την οικογένεια, τον δημοτικό υπάλληλο, τον δάσκαλο, τον γενικό ιατρό, την κοινότητα τις κατάλληλες θεραπευτικές παρεμβάσεις και να τις συν-υλοποιήσουν. Αυτή η στρατηγική παρουσιάζεται και διεθνώς πλέον ως η ενδεδειγμένη ανταπόκρισή μας στις σύγχρονες προκλήσεις στον χώρο της ψυχικής υγείας. Η ψυχική υγεία, άλλωστε, παράγεται στις κοινότητες και ως εκ τούτου η οποιαδήποτε δράση πρέπει να υλοποιηθεί στις γειτονιές, στα τοπικά και κοινοτικά δίκτυα, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και στους χώρους εργασίας.