Ας αρχίσουμε από μια γενική παρατήρηση: Στη χώρα μας το κυρίαρχο πολιτισμικό και κοινωνικό πρότυπο το οποίο αναπαράγεται από τις πολιτικές ελίτ είναι οι συνεχείς συγκρούσεις, η πόλωση, η φαντασίωση της εξαφάνισης του αντιπάλου, η απαξίωση και ταπείνωσή του, με κύριο χαρακτηριστικό το δραματικό έλλειμμα ενός πραγματικού διαλόγου και διαδικασίας αναστοχασμού.
Το μη ειπωμένο και η ασυνείδητη κοινωνική συμμαχία γύρω από αυτό ανατροφοδοτούν τον φαύλο κύκλο της ανομίας, της ατιμωρησίας, του καταναγκασμού, της επανάληψης, της πελατειοκρατίας και της μετριοκρατίας, τη μη ανάληψη της ευθύνης, προσφέροντας βραχυπρόθεσμα οφέλη σε όλους τους εμπλεκόμενους, με καταστροφικά αποτελέσματα και κυρίως με το έλλειμμα βασικής εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτείας-θεσμών και πολιτών.
Θα αποτολμήσω μια ερμηνεία: Μετά τις πολλαπλές κρίσεις (μνημόνια, προσφυγικό, πανδημία, πόλεμος Ουκρανίας, φυσικές καταστροφές) η παρούσα κυβέρνηση, μέσα από το αφήγημα της διαχειριστικής επάρκειας, της αριστείας και του επιτελικού κράτους, οικοδόμησε μια ομαδική αυταπάτη. Ο μέσος πολίτης είχε ανάγκη να πιστέψει σε μια νέα κανονικότητα στο πλαίσιο λειτουργίας ενός σύγχρονου κράτους, ελκυστικού για ξένες επενδύσεις, με διεθνή αναγνώριση, ψηφιοποίηση και δήθεν αποτελεσματικότητα.
Αυτή η αυταπάτη σε συλλογικό επίπεδο οργάνωσε έναν εφησυχασμό και μια ψευδή αυτάρκεια, μια αίσθηση συνοχής ενάντια στο συλλογικό τραύμα, στο άγχος κατάρρευσης και κατακερματισμού που βιώθηκε μέσα στις πολλαπλές κρίσεις.
Ωστόσο, όταν με την τραγωδία των Τεμπών θρυμματίστηκε το σύμφωνο διάψευσης της πραγματικότητας της ελληνικής υστέρησης, αναδύθηκε με βίαιο τρόπο ένα βίωμα ανημποριάς, ανασφάλειας και απελπισίας.
Επομένως, το άγχος κατάρρευσης με τη συνοδή παράλυση της σκέψης, της δράσης, της επεξεργασίας της εσωτερικής και της εξωτερικής πραγματικότητας μετασχηματίστηκε σε οργή, τυφλό θυμό, έκρηξη, χωρίς διαφαινόμενη πειστική εναλλακτική πρόταση από το πολιτικό σύστημα.
Για να υπάρξει μια διαδικασία πραγματικής παρηγοριάς και άρα οικοδόμησης ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου εμπιστοσύνης θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο ουσιαστικού διαλόγου των πολιτικών δυνάμεων που να καταλήγει σε συγκεκριμένο μεταρρυθμιστικό σχέδιο για την άρση των κραυγαλέων παθογενειών της δημόσιας διοίκησης.
Για να νοηματοδοτηθεί ο θυμός σε μια δημιουργική διεκδίκηση και σε συμμετοχή στην αναγκαία αλλαγή θα πρέπει τα πολιτικά υποκείμενα να μπορέσουν όχι απλώς να τον εκφράσουν αλλά να του δώσουν υπόσταση και διέξοδο μέσα από ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης με λογοδοσία, το οποίο θα ενεργοποιήσει αντανακλαστικά αλλαγής νοοτροπίας και κουλτούρας διαφθοράς.
Για τους επιζώντες, τις οικογένειες και το οικείο περιβάλλον των θυμάτων η εργασία του πένθους, μετά το αρχικό σοκ, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο και επίπονο.
Καθένας πρέπει σταδιακά να υπερβεί την καταθλιπτική ενοχή της επιβίωσής του και να χτίσει επίπονα τη δική του αφήγηση για το δικό του απωλεσθέν αγαπημένο πρόσωπο.
Πέρα από την ανάγκη της πρώτης ψυχολογικής ή και ψυχιατρικής βοήθειας θα πρέπει να αποφύγουμε δύο σφάλματα:
- Να ψυχιατρικοποιήσουμε την αφόρητη οδύνη μέσα από προκατασκευασμένες διαγνωστικές κατηγορίες μετατραυματικού στρες και μετατραυματικού πένθους.
- Να επιμείνουμε δογματικά ότι καθένας χρειάζεται ατομική ψυχοθεραπεία. Οι διαδικασίες δημιουργίας νησίδων ανθεκτικότητας στον καθέναν μας είναι πολύπλοκες και μερικές φορές αναπάντεχες.
Μια πιθανή διέξοδος, όπως συμβαίνει και σε άλλες αντίστοιχες καταστροφές, μπορεί να είναι η δημιουργία ομάδων αυτοβοήθειας με τη διαμεσολάβηση εξειδικευμένων επαγγελματιών ψυχικής υγείας, ώστε τα μέλη των οικογενειών να μπορούν να μοιραστούν και να επεξεργαστούν την κοινή απώλεια.
Αν αυτή η διεργασία πένθους συναντήσει την απόδοση δικαιοσύνης, την κάθαρση και τη ριζική αναδόμηση του κράτους, ίσως αποδειχτεί λιγότερο αβάσταχτη.
Η μόνη δυνατή παρηγοριά περνά μέσα από τη σύνδεση του ατομικού με το συλλογικό τραύμα.
Και σίγουρα δεν μπορούμε να πάμε στις εκλογές με τα προηγούμενα προτάγματα. Και, αν πάμε, δεν θα παρηγορηθούμε.
*Ο Στέλιος Στυλιανίδης είναι ψυχίατρος – ψυχαναλυτής – ομαδικός αναλυτής, ομ. καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ιδρυτής και επ. πρόεδρος της ΕΠΑΨΥ.